LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "ἄπαππος"
- ἄ-παππος, -ον, αυτός που δεν έχει παππού· μεταφ. αυτός που δεν έλκει την καταγωγή του από κάπου ή κάτι, σε Αισχύλ.