
LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "ἄλειμμα"
- ἄλειμμα, -ατος, τό (ἀλείφω), οτιδήποτε χρησιμεύει για επάλειψη, αλοιφή, λίπος, λάδι, σε Πλάτ.