Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἄγγαρος"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἄγγᾰρος, , Περσ. λέξη · I. έφιππος ταχυδρόμος· ήταν έτοιμοι σε ορισμένους σταθμούς σε όλη τη γεωγραφική έκταση της Περσίας για να μεταφέρουν τα βασιλικά διατάγματα ή παραγγελίες· πρβλ. ἀγγαρήιος, και βλ. σε Ξεν., Κύρ. 8. 6,17. II. ως επίθ., ἄγγαρον πῦρ, η φλόγα του αγγελιαφόρου που χρησιμοποιούνταν για τη μετάδοση μηνύματος (για την άλωσης της Τροίας), σε Αισχύλ.