LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "ἀποφορά"
- ἀποφορά, ἡ (ἀποφέρω)· 1. πληρωμή των χρεωστουμένων, φόρος, εισφορά, σε Ηρόδ., Αττ. 2. επίσης, ανταπόδοση για χρήματα που έχουν ξοδευτεί, κέρδος, σε Ξεν. κ.λπ.