LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "ἀποκαθίστημι"
- ἀπο-καθίστημι, μέλ. -καταστήσω, αόρ. αʹ -κατέστησα· αποκαθιστώ, επαναφέρω, στην προηγούμενή του κατάσταση, επανακτώ, επανορθώνω, επανιδρύω, σε Ξεν.