LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "ἀναίδεια"
- ἀναίδειᾰ, Επικ. και Ιων. -είη, Αττ. επίσης -είᾱ· (ἀναιδής)· ξεδιαντροπιά, αυθάδεια, αναισχυντία, θρασύτητα, σε Όμηρ., Πλάτ. κ.λπ.