Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἀκεστός"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἀκεστός, , -όν, ρημ. επίθ. του ἀκέομαι, θεραπευτός· μεταφ., αυτός που αναγεννάται, ξαναζωντανεύει εύκολα, σε Ομήρ. Ιλ.