Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἀδαής"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἀ-δαής, -ές (*δάω) = το προηγ.· με γεν. προσ., σε Ηρόδ.· με γεν. πράγμ., στον ίδ.· με απαρ., αυτός που δεν γνωρίζει πώς να κάνει κάτι, σε Σοφ.· απόλ., σε Ξεν.