Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἀδίστακτος"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἀ-δίστακτος, -ον (διστάζω), αναμφίβολος· επίρρ. -τως, σε Ανθ.