LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "ἀγαλματοποιός"
- ἀγαλματο-ποιός, ὁ (ποιέω), τεχνίτης αγαλμάτων, γλύπτης, αγαλματοποιός, σε Ηρόδ., Πλάτ. κ.λπ.