Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἀγαλλιάω"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἀγαλλιάω, μεταγεν. τύπος του ἀγάλλομαι, χαίρομαι, αγαλλιάζω υπέρμετρα, σε Κ.Δ.· αόρ. αʹ ἠγαλλίᾱσα, στον ίδ.· επίσης ως αποθ., ἀγαλλιάομαι ή ἀγαλλιάζομαι, μέλ. ἀγαλλιάσομαι, Μέσ. αόρ. αʹ ἠγαλλιᾱσάμην και Παθ. ἠγαλλιάσθην, σε Κ.Δ.