Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ψυχικός"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ψῡχικός, , -όν (ψυχή1. αυτός που ανήκει στην ψυχή ή στη ζωή, πνευματικός, αντίθ. προς το σωματικός, σε Αριστ., Ανθ. 2. αυτός που σχετίζεται με την υλική ζωή μόνο, ζωικός, ὁ ψυχικὸς ἄνθρωπος, ο φυσικός άνθρωπος, αντίθ. προς το ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος, σε Κ.Δ.