Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "χιών"

Βρέθηκε 1 λήμμα
χιών, -όνος, , I. χιόνι, σε Όμηρ. κ.λπ.· νιφάδες χιόνος, νιφάδες χιονιού, σε Ομήρ. Ιλ.· χιὼν πίπτουσα, σε Ηρόδ.· χιόνι κατανίφει, σε Αριστοφ. II. χιονόνερο, παγωμένο νερό, σε Ευρ. (από √ΧΙ, πρβλ. χεῖ-μα, Λατ. hiems).