Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "χειραγωγέω"

Βρέθηκε 1 λήμμα
χειρᾰγωγέω, μέλ. -ήσω, οδηγώ κάποιον από το χέρι, απόλ., σε Λουκ.