Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "χαλκοῦς"

Βρέθηκε 1 λήμμα
χαλκοῦς, -ῆ, -οῦν, I. Αττ. συνηρ. αντί χάλκεος, σε Σοφ. κ.λπ. II. ως ουσ., χαλκοῦς, , χάλκινο νόμισμα, το 1/8 του οβολού, λίγο περισσότερο από το δίλεπτο, σε Δημ. κ.λπ.