Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "φοῖβος"

Βρέθηκε 1 λήμμα
φοῖβος, , -ον (πιθ. από το φάοςI. καθαρός, αγνός, σε Αισχύλ. II. ως κύριο όνομα, Φοῖβος, , Φοίβος, δηλ. καθαρός ή αγνός· ο Όμηρ. πολλές φορές συνάπτει, Φοῖβος Ἀπόλλων, αλλά έχει επίσης και Φοῖβος μόνο του.