Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "φορτίον"

Βρέθηκε 1 λήμμα
φορτίον, τό (φόρτος1. φορτίο, βάρος, σε Αριστοφ., Ξεν. 2. βάρος ή φορτίο πλοίου, σε Λυκούργ.· σε πληθ., φορτία, εμπορεύματα, σε Ησίοδ., Ηρόδ., Αττ. 3. λέγεται για έμβρυο μέσα στη μήτρα, σε Ξεν. 4. μεταφ., μεῖζον φορτίον αἰρόμενον, παίρνω ένα βαρύ φορτίο στους ώμους μου, σε Δημ. (υποκορ. μόνο κατά τύπο).