Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "φοίτησις"

Βρέθηκε 1 λήμμα
φοίτησις, -εως, , το να πηγαίνει κανείς κάπου συχνά, συνήθως σε πληθ., σε Ξεν.· ιδίως το να συχνάζει κανείς στο σχολείο, σε Πλάτ.