LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "φιλόψυχος"
- φῐλόψῡχος, -ον (ψυχή), αυτός που αγαπά την ζωή του, δειλός, θρασύδειλος, μικρόψυχος, σε Ευρ.