Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "φαρμακεία"

Βρέθηκε 1 λήμμα
φαρμᾰκείᾱ, (φαρμακεύωI. 1. χρήση φαρμάκων, φίλτρων ή μαγείας, σε Πλάτ. 2. δηλητηρίαση, μαγική δράση, Λατ. veneficium, σε Δημ. II. θεραπεία, φροντίδα, σε Αριστ.