Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "φαλαρίς"

Βρέθηκε 1 λήμμα
φᾰλᾱρίς, -ίδος, Ιων. φαληρίς, (φαλᾱρός), φαλαρίδα, πουλί που ζει κοντά σε λίμνες· ονομάζεται έτσι από το λευκό φαλακρό κεφάλι του, σε Αριστοφ.