LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "φαεσίμβροτος"
- φᾰεσί-μβροτος, -ον· (φάος, βροτός, με ένθεση του μ.)· αυτός που φέρνει φως στους θνητούς, σε Όμηρ., Ευρ.