LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "τῦφος"
- τῦφος, ὁ (τύφω), καπνός, ατμός, σε Ανθ.· μεταφ., αλαζονεία, ματαιοφροσύνη, σε Πλούτ.