LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "τρισμύριοι"
- τρισ-μύριοι[ῡ], -αι, -α, τρεις φορές δέκα χιλιάδες, δηλ. τριάντα χιλιάδες, σε Ηρόδ., Αριστοφ. κ.λπ.· στον ενικ. με περιληπτικό ουσ., τρισμυρία ἵππος, τριάντα χιλιάδες ιππείς, σε Αισχύλ.