LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "τραυματίας"
- τραυμᾰτίας, -ου, ὁ, Ιων. τρωμ-· άνθρωπος τραυματισμένος, οἱ τραυματίαι, οι τραυματισμένοι, οι πληγωμένοι ενός στρατεύματος, σε Ηρόδ., Θουκ.