LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "τιθασός"
- τῐθᾰσός, -όν, 1. λέγεται για ζώα, εξημερωμένος, ήμερος, Λατ. cicur, σε Πλάτ.· λέγεται για φυτά, καλλιεργούμενος, σε Πλούτ. 2. μεταφ., κατοικίδιος, εσωτερικός, εμφύλιος, Ἄρης, σε Αισχύλ. (αμφίβ. προέλ.).