Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ταυρελάτης"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ταυρ-ελάτης[ᾰ], -ου, (ἐλαύνω), αυτός που οδηγεί ταύρους· Θεσσαλός ιππέας που λάμβανε ενεργό μέρος στα ταυροκαθάψια, ταυρομάχος, σε Ανθ.