LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "ταγός"
- τᾱγός, ὁ (τάσσω), I. αυτός που διατάσσει, κυβερνήτης, αρχηγός, σε Αισχύλ., Ευρ. II. ιδίως, επώνυμο του άρχοντα των Θεσσαλών, σε Ξεν.

