Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "τέναγος"

Βρέθηκε 1 λήμμα
τένᾰγος, -εος, τό (τείνω), αβαθή νερά, ρηχά μέρη σε θάλασσες ή ποταμούς, λιμνοθάλασσα, Λατ. vadum, σε Ηρόδ., Θουκ.