LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "σύμπτωσις"
- σύμπτωσις, ἡ (συμπίπτω),· I. κατάπτωση, συντριβή, καταβύθιση, σε Στράβ. II. συνάντηση, σε Πολύβ.· με αρνητική σημασία, επίθεση, στον ίδ.