Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "σφαῖρα"

Βρέθηκε 1 λήμμα
σφαῖρᾰ, -ας, , 1. μπάλα με την οποία παίζουν τα παιδιά τόπι, σε Ομήρ. Οδ., Πλάτ. 2. σφαίρα ως γεωμετρικό σχήμα, και οτιδήποτε έχει σφαιρικό σχήμα· γήινη σφαίρα, γη, σε Στράβ.