Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "συναγωγή"

Βρέθηκε 1 λήμμα
συνᾰγωγή, , I. 1. συγκέντρωση στο ίδιο σημείο, σύναξη, συνένωση, σε Πλάτ. 2. τόπος συγκέντρωσης, εβραϊκή συναγωγή, σε Κ.Δ. II. 1. συναγωγή, προετοιμασία πολέμου, συνάθροιση στρατευμάτων, σε Θουκ. 2. μάζεμα και αποθήκευση σοδειάς, σε Πολύβ. 3. σύμπτυξη, συμπύκνωση, συναγωγὴ στρατιᾶς, διάταξη στρατεύματος κατά στήλες, σε Πλάτ.· συναγωγὴ τοῦπροσώπου, σύμπτυξη, σούφρωμα και ρυτίδωση προσώπου, κατήφεια, σε Ισοκρ. 4. συλλογή, ανθολόγηση γραπτών κειμένων, σε Αριστ. III. συμπέρασμα, εξαγωγή συμπεράσματος, στον ίδ.