Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "στρηνιάω"

Βρέθηκε 1 λήμμα
στρηνιάω, μέλ. -άσω, είμαι άσωτος, ακόλαστος, σε Κ.Δ.