Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "στάδιον"

Βρέθηκε 1 λήμμα
στάδιον[ᾰ], τό, πληθ., στάδια και στάδιοι, ποτέ όμως στάδιος στον ενικ.· (στῆναιI. σταθερή μονάδα μέτρησης του μήκους· ένα στάδιο = 100 ὀργυιαί ή 6 πλέθρα, δηλ. 600 Ελλ. ή 606 3/4 Αγγλ. πόδες, περίπου 1/8 του Ρωμ. μιλίου, σε Πολύβ.· ἑκατὸν σταδίοισιν ἄριστος, «ο καλύτερος από εκατό μίλια μακριά», μακράν ο καλύτερος, σε Αριστοφ.· πλεῖν ἢ σταδίῳ λαλίστερος, μακράν ο πολυλογάς, στον ίδ. II. αγώνας δρόμου (που στους Ολυμπιακούς Αγώνες είχε μήκος ενός σταδίου), σε Πίνδ. κ.λπ.· ἀγωνίζεσθαι στάδιον, τρέχω σε αγώνα δρόμου, σε Ηρόδ.· στάδιον νικᾶν, νικώ σε αγώνα δρόμου, σε Ξεν.