Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "σοφία"

Βρέθηκε 1 λήμμα
σοφία, Ιων. -ίη, , 1. δεξιότητα στη χειροτεχνία και τις πρακτικές τέχνες, δεξιοτεχνία, επιδεξιότητα, σε Ομήρ. Ιλ., Ξεν. κ.λπ.· σοφία τινός ή περί τινος, η γνώση κάποιου πράγματος, η συνάφεια με κάτι, σε Πλάτ. 2. ορθή κρίση, ευφυΐα σε πρακτικά ζητήματα της καθημερινής ζωής, όπως χαρακτηριζόταν αυτή των Επτά Σοφών, σε Θέογν., Ηρόδ.· με όχι και τόσο θετική σημασία, δόλος, πανουργία, τέχνασμα, όπως το δεινότης, σε Ηρόδ. 3. επιστημοσύνη, γνώση, πολυγνωσία, φιλοσοφία, σε Θέογν., Αττ.