Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "σκηνοφύλαξ"

Βρέθηκε 1 λήμμα
σκηνο-φύλαξ[ῠ], -ᾰκος, , , αυτός που φρουρεί εγκατεστημένος σε σκηνή, φρουρός σκηνής ή στρατοπέδου, σε Ξεν.