Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "σκατοφάγος"

Βρέθηκε 1 λήμμα
σκᾰτο-φάγος, -ον (φᾰγεῖν), αυτός που τρώει περιττώματα ή ακαθαρσίες, σε Αριστοφ.