LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "σίναπι"
- σίνᾱπῐ[σῐ], -εως, τό, Αττ. -νᾶπυ, το φυτό σινάπι, από τους αλεσμένους σπόρους του οποίου παρασκευάζεται η μουστάρδα, σε Κ.Δ.