LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "σήμερον"
- σήμερον, Δωρ. σάμερον (από τη λέξη ἡμέρα με το πρόθημα σ)· επίρρ., σήμερα, σε Όμηρ., Πίνδ.· ο συνήθης Αττ. τύπος ήταν τήμερον, σε Αριστοφ. κ.λπ.· εἰς τήμερον, σε Πλάτ.· ἡ τ. ἡμέρα, σε Δημ.