LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "πταῖσμα"
- πταῖσμα, τό, I. παραπάτημα, σκόνταμα, σφάλμα, λάθος, σε Θέογν. II. αποτυχία, δυστυχία, συντριβή, σε Ηρόδ., Δημ. κ.λπ.