Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "πρόφαντος"

Βρέθηκε 1 λήμμα
πρόφαντος, -ον (προφαίνω), I. αυτός που φαίνεται από μακριά, απ' όπου, διάσημος, περίφημος, σε Πίνδ. II. δηλούμενος εκ των προτέρων, προλεγόμενος, όπως για τον χρησμό, σε Ηρόδ., Σοφ.· πρόφαντα δέ σφι ἐγίνετο, δίνονταν χρησμοί σε αυτούς, σε Ηρόδ.