Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "προστάτης"

Βρέθηκε 1 λήμμα
προστάτης, -ου, (προστῆναι),· I. αυτός που στέκεται εμπρός, παρατεταγμένος στη μπροστινή γραμμή, σε Ξεν. II. 1. αρχηγός, επικεφαλής πολιτικής παράταξης, σε Ηρόδ.· ὁ προστάτης τοῦ δήμου, σε Θουκ. 2. γενικά, προϊστάμενος, κυβερνήτης, σε Αισχύλ., Ευρ. κ.λπ.· προστάται τῆς εἰρήνης, αυτοί που πρώτοι έκαναν ειρήνευση, σε Ξεν. III. 1. αυτός που στέκεται μπροστά, προστάτης, υπερασπιστής, πρόμαχος, πυλωμάτων, σε Αισχύλ., Σοφ. κ.λπ. 2. στην Αθήνα, λέγεται για τον πολίτη που είχε υπό την προστασία του τους μετοίκους (μέτοικοι), όπως ο Ρωμ. pat­ronus είχε υπό την προστασία του τους clientes· προστάτην γράφεσθαί τινα, διαλέγω τον προστάτη μου, σε Αριστοφ.· αλλά, γράφεσθαι προστάτου, γράφω το όνομά μου στο όνομα του προστάτη, προσκολλώμαι σε έναν προστάτη, σε Σοφ. IV. προστάτης θεοῦ, αυτός που στέκεται μπροστά από κάποιο θεό για να τον ικετεύσει, ικέτης, στον ίδ.