Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "πολυγηθής"

Βρέθηκε 1 λήμμα
πολυ-γηθής, Δωρ. -γᾰθής, -ές (γηθέω), πολύ εύθυμος, γοητευτικός, θελκτικός, σαγηνευτικός, πολύ χαρούμενος, εξαιρετικά ευχάριστος, σε Ομήρ. Ιλ., Ησίοδ.