Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "πολιτεία"

Βρέθηκε 1 λήμμα
πολῑτεία, Ιων. -ηΐη, (πολιτεύωI. 1. η ιδιότητα και τα δικαιώματα του πολίτη, πολιτικά δικαιώματα, Λατ. civitas, σε Ηρόδ., Θουκ. κ.λπ.· πολιτείαν δοῦναί τινι, σε Ξεν. 2. ο βίος του πολίτη, η πολιτική ζωή, σε Δημ. 3. ως σύνολο, το άθροισμα των πολιτών, σε Αριστ. II. ο βίος και η πολιτεία ενός πολιτικού άνδρα, κυβέρνηση, διοίκηση, σε Αριστοφ., Θουκ. κ.λπ.· με περιληπτική σημασία, τα μέτρα της κυβέρνησης, σε Δημ. III. 1. πολιτική συγκρότηση, σύσταση και σύνθεση ενός κράτους, σε Θουκ. κ.λπ.· είδος πολιτεύματος, σε Πλάτ. κ.λπ. 2. δημοκρατία, κοινοπολιτεία, σε Ξεν. κ.λπ.