Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "πολίτευμα"

Βρέθηκε 1 λήμμα
πολίτευμα, -ατος, τό (πολῑτεύω),· I. το έργο της κυβέρνησης, το έργο της δημόσιας διοίκησης, σε Δημ.· ἔν τε τοῖς κατὰ τὴν πόλιν πολιτεύμασι καὶ ἐν τοῖς Ἑλληνικοῖς, από κοινού στην πατρίδα και στην ξένη πολιτική, στον ίδ. II. κυβέρνηση, σε Αριστ. III. = πολιτεία III, στον ίδ.