Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ποίησις"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ποίησις, -εως, (ποιέω),· I. 1. κατασκευή, δημιουργία, παραγωγή, αντίθ. προς το πρᾶξις (ενέργεια), σε Ηρόδ., Αττ. 2. α) λέγεται για την ποίηση, ἡποίησις τῆς τραγῳδίας κ.λπ., σε Πλάτ.· απόλ., ποιητική ικανότητα, ποίηση, ποιητική τέχνη, σε Ηρόδ., Αριστοφ. κ.λπ. β) ποιητική σύνθεση, ποίημα, σε Θουκ., Πλάτ. II. = εἰσποίησις, υιοθέτηση, σε Δημ.