LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "πλευρόν"
- πλευρόν, τό, I. = πλευρά, πλευρό, κυρίως στον πληθ.· τα πλευρά, οι πλευρές, σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ. κ.λπ.· επίσης στον ενικ., σε Σοφ. II. λέγεται για τόπους, πλευρὸν νεῶν, η πλευρά της παραλίας όπου αγκυροβολούν τα πλοία, στον ίδ.· τὸ δεξιὸν πλευρόν, η δεξιά πλευρά παράταξης (λέγεται για το στρατό), σε Ξεν.