Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "πλεκτάνη"

Βρέθηκε 1 λήμμα
πλεκτάνη[ᾰ], (πλέκω),· I. οτιδήποτε συμπλέκεται ή περιπλέκεται, κουβάρι, πλόκαμος, σπείρα, λέγεται για ερπετά, σε Αισχύλ.· πλεκτάνη καπνοῦ, συστροφή καπνού, σε Αριστοφ. II. στον πληθ., τα δίχτυα του ιστού της αράχνης, σε Λουκ.· μεταφ., αἱ τῶν λόγων πλεκτάναι, οι περίπλοκοι λόγοι, στον ίδ.