Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "πλήν"

Βρέθηκαν 2 λήμματα [1 - 2]
πλήν, Δωρ. πλάν = πλέον·
Α.
ως πρόθ. με γεν., πιο πολύ από· και ομοίως, εκτός από, πλην, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ.· ὑπεγγύους πλὴν θανάτου, υποκείμενη σε κάθε τιμωρία πλην της θανατικής, σε Ηρόδ.· ἐπιτρέψαι περὶ σφῶν αὐτῶν πλὴν θανάτου, με εξαίρεση το θάνατο, σε Θουκ. Β. ως επίρρ., I. Με μεμονωμένες λέξεις και φράσεις όταν προηγείται άρνηση, οὐκ οἶδα πλὴν ἕν, σε Σοφ. κ.λπ.· μετά τα πᾶς, πάντες, ἕκαστος, και άλλα παρόμοια, παντὶ δῆλον πλὴν ἐμοί, σε Πλάτ.· το πᾶς μερικές φορές παραλείπεται, θνῄσκουσι (πάντες) πλὴν εἷς τις, σε Σοφ.· μετά το ἄλλος, τί ἄλλο πλὴν ψευδῆ, τί άλλο παρά ψέμματα, στον ίδ.· μετά από συγκρ. όπως το , πιο πολύ, ταῦτ' ἐστὶ κρείσσω, πλὴν ὑπ' Ἀργείοις πεσεῖν, σε Ευρ. II. 1. συχνά συνάπτεται με άλλα μόρια· 1. πλὴν εἰ, πλὴν ἐάν, Λατ. nisi si, πλὴν εἴ τις κωμωδοποιός τυγχάνει ὤν, σε Πλάτ.· πλὴν ὅταν, σε Αισχύλ. κ.λπ.· το ρήμα συχνά παραλείπεται, όπως μαζί με τα ὡσεί, ὡσπερεί, οὐδεὶς οἶδεν, πλὴν εἴ τις ὄρνις, σε Αριστοφ. 2. πλὴνἤ, περίπου ίδιο το πλὴν εἰ, οὐκ ἄλλως πλὴν ἢ προδίκῳ, στον ίδ. 3. πλὴν οὐ, μόνο εκτός από, ἀπέπεμψε κήρυκας ἐς τὴν Ἑλλάδα, πλὴν οὐ ἐς Ἀθήνας, σε Ηρόδ.· πάντες πλὴν οὐχ οἱ τύραννοι, σε Ξεν. 4. πλὴν ὅτι, εκτός από αυτό..., πλὴν αὐτοῦ καίτοι τί διαφέρουσιν ἡμῶν ἐκεῖνοι, πλὴν ὅτι ψηφίσματ' οὐ γράφουσιν;, σε Αριστοφ.· ομοίως, πλὴν ἢ ὅτι, σε Ηρόδ. 5. πλὴν ὅσον, εκτός ή πλην όσον, στον ίδ.· πλὴν καθόσον εἰ, σε Θουκ.· χωρίς ρήμα, πάντων ἑρήμους, πλὴν ὅσον τὸ σὸν μέρος, εκτός από το μέρος που αφορά εσένα, σε Σοφ.
πλῆντο, γʹ πληθ. Επικ. αορ. βʹ μαζί του πίμπλημι και του πελάζω.