Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "περιποίησις"

Βρέθηκε 1 λήμμα
περιποίησις, , I. ασφαλής διατήρηση, συντήρηση, σε Κ.Δ. II. 1. (από Μέσ.), επικερδής κατοχή, απόκτημα, απόκτηση, στο ίδ. 2. κατοχή, κτήση, στο ίδ.